Κυριακή 18 Φεβρουαρίου 2018

Ηράκλειτος: τι είναι ο απαίδευτος άνθρωπος;






Ηράκλειτος ο Εφέσιος


Πώς να σκεφτόμαστε τον κόσμο;

§1
απόσπασμα B 13
Κείμενο ‒ μετάφραση


«δε γρ τν χαρεντα μτε υπν μτε αχμεν μτε βορβρ χαρειν καθ' ρκλειτον.
ες βορβόρ μλλον χαίρουσιν καθαρ δατι».

«Γιατί ο άνθρωπος ο πεπαιδευμένος δεν πρέπει να είναι ούτε ρυπαρός ούτε άπλυτος ούτε να χαίρεται στο βόρβορο.
Τα γουρούνια τέρπονται πιο πολύ στο βόρβορο παρά στο καθαρό νερό».


§2
Ερμηνεία ‒ κατανόηση:


     Ι. Ο πεπαιδευμένος άνθρωπος συνιστά πάντα θεμελιώδη προϋπόθεση  για να μπορεί να ευδοκιμήσει μια κοινότητα των ανθρώπων. Ακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα έχει το γεγονός ότι αυτοί που άρχουν σε μια πολιτεία θα πρέπει να είναι οι πιο πεπαιδευμένοι, ώστε να νομιμοποιούνται να άρχουν τους άλλους και συγχρόνως να τους οδηγούν σε υψηλά μονοπάτια σκέψης και φρόνησης.

     ΙΙ. Η πραγματικότητα του σήμερα όμως, σε παγκόσμιο-πανευρωπαϊκό επίπεδο αλλά και κατ’ εξοχήν στην Ελλάδα, μαρτυρά πως οι "άρχοντες", ως όλο, μόνο πεπαιδευμένοι δεν είναι· άρα μόνο άρχοντες ευγενείς δεν είναι παρά τρωκτικά του συμφέροντος, της ιδιοτέλειας, της αχαλίνωτης αρχομανίας και όλων των παρεπόμενων μιας τέτοιας αρχομανίας. Κύριο παρεπόμενο, μεταξύ των άλλων, είναι η δειλία, η ανανδρία, η δικτατορία του ψεύδους και της πολιτικής απάτης με φωτοστέφανο τον εθνομηδενισό και την εθνική μειοδοσία.

     ΙΙΙ. Τα ως άνω γνωρίσματα είναι πιο έντονα χαραγμένα στις συνειδήσεις των νεοφασιστών της καθεστωτικής αριστεράς, η οποία, ακριβώς επειδή είναι κυλισμένη στο βούρκο, όπως μας λέει ο Ηράκλειτος, μπερδεύει, στις πολιτικές της, τις χαρωπές και χωρίς ρίσκο γι’ αυτήν αλλά παράνομες ακόμη και για τον κοινό νου καταλήψεις σχολείων, πανεπιστημίων κ.λπ. με τη νόμιμη υπεράσπιση της ακεραιότητας της χώρας. Δεν μπορεί ή δεν θέλει να καταλάβει, λόγω ανικανότητας, λόγω νηπιώδους μυαλού, ότι η πολιτική είναι επιστήμη και τέχνη και διόλου ανεξέλεγκτοι τυχοδιωκτισμοί ορισμένων ψυχασθενών, που από πρώην αφισοκολλητές έγιναν ρυπαροί κυβερνήτες.

    ΙV. Τα "κατορθώματα" των αριστερών-νεοφασιστών, ως γνωστόν, φτάνουν μόνο ως ετούτο το σημείο: να θεωρούνται τα πιο ξεπουλημένα, διεφθαρμένα και αγράμματα όντα στο εξωτερικό, ό,τι ακριβώς είναι στ' αλήθεια, και στο εσωτερικό να αυτοπαρουσιάζονται ως "αδούλωτες κι αδιάφθορες" ψυχές, ξεπουλώντας συνάμα, στο παρασκήνιο, ό,τι υπάρχει και δεν υπάρχει από Ελλάδα, αρκεί να μη γκρεμιστούν οι ίδιοι από την εξουσία. Βέβαια μια πραγματική υπεράσπιση των δικαίων της Ελλάδας θέλει «αρετήν και τόλμη» (Κάλβος), που τέτοιοι κλεφτοκοτάδες δεν τη διαθέτουν· γι’ αυτό κι έχουν εγκαταλείψει τη σωτηρία της χώρας, καθ’ όλα τα επίπεδα, στην «καλή βούληση» των δημίων της, δηλαδή στα ξένα αφεντικά, τα οποία υπηρετούν πιστά οι εν λόγω αριστεροί νεοφασίστες, με τίμημα την παραμονή τους στην εξουσία, αν και αποτελούν ισχνή μειοψηφία ποσοτικά και ποιοτικά. Το γεγονός ότι είναι απελπιστικά ισχνή μειοψηφία κι ωστόσο, ως δήθεν πλειοψηφία, ιδιοποιούνται την πολιτική διακυβέρνηση της χώρας και καταστρέφουν την τελευταία στην οντολογική της ρίζα, τους κάνει ακόμα πιο ρυπαρούς, τους αποκαλύπτει ως αδίστακτους προδότες.

    V. Το απόσπασμα της §1 επιχειρεί να αποτυπώσει, με πάσα δυνατή ακρίβεια, το πνεύμα του Ηρακλείτου σχετικά με την ποιοτική διαφοροποίηση και δημόσια δράση των ανθρώπων, με βάση την ενδότερη σχέση με τον Λόγο και τη σκέψη: ρητή διάκριση ανάμεσα στους ανθρώπους που ακολουθούν τον καθολικό Λόγο, την κατανοητική σκέψη, και την πλειονότητα που έχει ιδιωτική σκέψη. Κατ’ αυτό το πνεύμα, πεπαιδευμένος δεν είναι ο άνθρωπος της τυπικής εκπαίδευσης, με σημερινούς όρους, αλλά εκείνος που προχωρεί σε μια βαθύτερη κατανόηση των πραγμάτων. Μια τέτοια κατανόηση δηλαδή, που να μετασχηματίζει και τον ίδιο το στοχαστή: να τον καθιστά αληθινό άρχοντα της σκέψης και όχι κίβδηλο εξουσιαστή αθώων ανθρώπων.

   VΙ. Οι πεπαιδευμένοι σκέπτονται και ενεργούν με βάση την αίσθηση του μέτρου, ήτοι με κριτήριο την ερμηνευτική διαύγαση του κόσμου, του Είναι, της πολιτείας· έτσι υψώνονται πάνω από τη μονοσήμαντη προσκόλληση στον υλικό κόσμο, στον κόσμο της φθοράς και διαφθοράς, από μια αμαχητί παράδοσή τους στις αντινομίες του, στο διχασμό της ψυχής, στη μεγαλομανία, στη φιλαρχία, εν τέλει στον αρνητικό μηδενισμό. Να γιατί από μόνη της μια τέτοια προσκόλληση υποδηλώνει καθήλωση της ανθρώπινης ύπαρξης στο βόρβορο σαν τα γουρούνια και μάλιστα στον πολιτικό βόρβορο.

     VΙI. Οι απαίδευτοι είναι οι καθεύδοντες και παρομοιάζονται σαν γουρούνια, που βρίσκουν τη μέγιστη ηδονή τους μέσα στο βούρκο: ύψιστη αρχή του βίου τους είναι η πάσης μορφής φιληδονία και η μόνη «αρετή» της ψυχής είναι η ανοσιότητα, η ανηθικότητα, η εξαπάτηση, η φαυλότητα, με μια λέξη: όλες οι σημάνσεις που περικλείει η λέξη βούρκος.

     VΙII. Ο Ηράκλειτος λοιπόν φέρνει  σε συζήτηση την αντίθεση ανάμεσα στην αξιακή εκτίμηση και προτίμηση των πραγμάτων ανάλογα με τη φύση, το Είναι των όντων: τα ζωικά  όντα, εδώ τα γουρούνια, που δεν έχουν καμιά πρόσβαση στον Λόγο, βρίσκουν τη χαρά της ύπαρξής τους στο βούρκο, ενώ τα ανθρώπινα όντα, δυνάμει του Λόγου, γίνονται έμφρονα και χαίρονται με ή στο καθαρό νερό: δηλαδή ο ρυθμός του Είναι τους αναζητείται στη διαύγασή τους ως όντων που σκέφτονται όχι απλώς τη δική τους υποκειμενικότητα αλλά, εκκινώντας από τη μοναδικότητά τους, το συμπαντικό Είναι (τους). Τα ανθρώπινα όντα γίνονται έμφρονα και ικανά να άρχουν στο πεδίο της σκέψης και του δημόσιου βίου, μόνο στο βαθμό που ενεργοποιούνται κατά τον ρυθμό του κατανοητικού Λόγου και όχι επειδή απλώς είναι άνθρωποι. Ο άνθρωπος, έξω από την κατανοητική πράξη του Λόγου, από τη γλώσσα της ερμηνευτικής διείσδυσης στην εσωτερική λογική του κόσμου και του περίκοσμου, είναι ρυπαρός, άπλυτος, που βρίσκει τη χαρά του στο βούρκο.